ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΜΟΥ

ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΜΟΥ
ΔΟΚΙΜΙΟ-ΠΟΙΗΣΗ-ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ

About Me

My photo
ΠΕΤΡΟΥΠΟΛΗ, ΑΘΗΝΑ, Greece
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ - ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΗ ΟΜΑΔΑ ΙΔΕΟΠΝΟΟΝ

ΠΟΙΗΣΗ

ΠΟΙΗΣΗ
ΚΟΡΑΛΙΑ ΣΤΗΝ ΘΑΛΑΣΣΟΤΑΡΑΧΗ
Powered By Blogger

Η ΨΥΧΗ ΓΥΡΕΥΕΙ ΤΟ ΑΝΥΠΕΡΒΛΗΤΟ

Η ΨΥΧΗ ΓΥΡΕΥΕΙ ΤΟ ΑΝΥΠΕΡΒΛΗΤΟ

ΑΝΙΧΝΕΥΟΝΤΑΣ ΤΟ ΑΝ-ΟΙΚΕΙΟΝ

Monday, July 23, 2007

Tuesday, July 17, 2007

Εύχομαι σε όλους καλές διακοπές.

Η θάλασσα να πάρει όσα επιθυμούμε να ξεχάσουμε…

ΤονΣεπτέμβρη πάλι εδώ…

Με χαμόγελα…

Και μια υποψία λαχτάρας για όλα και όλους που έμειναν πίσω να μας περιμένουν…

Όσο για την Πανσέληνο του Αυγούστου…

Κοιτώντας τον ουρανό θα βλέπω…

Κάνε το ίδιο…

Θα είμαι εκεί…

Για όλους…

Για σένα κυρίως…





Sunday, July 15, 2007

Αντιγόνη, 781-800


Έρωτ' ανίκητε στον πόλεμο

που κάνεις χτήμα σου όπου πέσεις,

που στ' απαλά τα μάγουλα

της κορασίδας νυχτερεύεις

και γυρνάς πάνω απο τα πέλαγα

και στους πιο απόμερους τους τόπους,

δε σου ξεφεύγει εσένα ούτε Θεός

ούτε κανείς απ' τους λιγόζωους ανθρώπους

κι όποιον θα πιάσεις γίνεται τρελός.

Εσύ και των δικαίων τους λογισμούς

στην αδικία ξεσέρνεις για όλεθρό τους,

εσύ έχεις και την έχθρ' ανάψει αυτή

ανάμεσα παιδί και το γονιό του

μα ολόφαντος μέσ' απ' τα βλέφαρα

της νύφης της λαχταριστής νικάει ο Πόθος,

πάρεδρος των μεγάλων των θεσμών

που αιώνια κυβερνούν τον κόσμο

γιατ' ανίκητη η Κύπριδα παίζει με μας.

Μετάφραση: Ι. Ν. Γρυπάρης

Saturday, July 14, 2007

ΣΕΛΙΔΕΣ ΜΕ ΧΙΟΥΜΟΡ

http://www.arkas.gr/

Friday, July 13, 2007


ΝΙΚΟΣ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗΣ
ΣΩΜΑ ΚΑΙ ΟΝΕΙΡΟ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΔΜΩΝ

ΑΙΩΝΙΑ...

Τα ποιήματα ποτέ δεν χάνονται...
Μοιάζουν με κοχύλια που ξεβράζει
κάποτε η θάλασσα.
Πολύχρωμα, στιλπνά...
Λαμποκοπούν
κάτω από τις μετέωρες στιγμές των ανθρώπων.
Γιατί έμειναν καιρό στο βυθό της
και υπέμειναν την αγριεμένη μουσική της.
Μοιάζουν με φεγγάρια κυρίαρχων πλανητών
χαράζοντας πάντα ένα δρόμο φωτός
γυρίζοντας αδιάκοπα στις σκοτεινές αλάνες του σύμπαντος.
Στολίδια μαγικά του απείρου.

Νίκος Δεληγιάννης








Να γράφεις να τηλεφωνείς

Στίχοι: Άλκης Αλκαίος
Μουσική: Βασίλης Παπακωνσταντίνου
Πρώτη εκτέλεση: Βασίλης Παπακωνσταντίνου


Ανοίγει διάπλατα η πόρτα μου όταν έρχεσαι
Και πλημμυρίζει μουσικές η κάμαρά μου
Τρέχουνε πίσω σου οι καρέκλες να μην στέκεσαι
Κι απ' το παράθυρο το σκάει η ερημιά μου

Τρελό κοκτέιλ σου σερβίρει το ποτήρι μου
Τα κρύα χείλη του γυρεύουν τα δικά σου
Τσιγάρο σκέτο σου προσφέρει το πακέτο μου
Κι όλα τα σπίρτα μου ανάβουν στο άγγιγμά σου

Να γράφεις να τηλεφωνείς και ας μη μένει εδώ κανείς
Αφού το ξέρω θα χαθείς τόση αγάπη δεν μπορείς
Να γράφεις να τηλεφωνείς και ας μη μένει εδώ κανείς

Κλείνουν αθόρυβα οι κουρτίνες όταν γδύνεσαι
και η κρεμάστρα μου τα ρούχα σου μαζεύει
Τα Φώτα παίζουνε την ώρα που μου δίνεσαι
Και το κρεβάτι μου άγριο χορό χορεύει

Μαντήλι κόκκινο σκουπίζει τον ιδρώτα σου
Και η μαύρη χτένα μου χαϊδεύει τα μαλλιά σου
Κρύβεται μες στο κομοδίνο το ρολόι μου
Για να κερδίζω δευτερόλεπτα κοντά σου

Να γράφεις να τηλεφωνείς...

Μια πάχνη πέφτει στον καθρέπτη μου όταν ντύνεσαι
Και μία πίκρα το δωμάτιο πλημμυρίζει
Εγώ κοιμάμαι να μη δω που απομακρύνεσαι
Και η ερημιά μου απ' το παράθυρο γυρίζει

----------------------------------------------------------------------------


Σ' αγαπάω ακόμα


Στίχοι: Οδυσσέας Ιωάννου
Μουσική: Bruno Lauzi
Πρώτη εκτέλεση: Βασίλης Παπακωνσταντίνου


Πάλι γύρισα πίσω
για ένα ακόμα τσιγάρο
Δε θα σου εξηγήσω
Αγκαλιά θα σε πάρω

Ό,τι λένε οι λέξεις
Τη ζωή δεν την πιάνουν
Κι όσα λόγια αν ξοδέψεις
Για να ζήσεις δε φτάνουν

Από που θες να ζήσεις
Από ποιά κερδισμένα
Και σε ποιόν να γυρίσεις
Όταν χάσεις κι εσένα

Η αγάπη δεν είναι
μοναχά ένα βλέμμα
Ούτε μόνο ένα μείνε
Θέλει όλο το αίμα

Η αγάπη μου είναι
το πιο κόκκινο χρώμα
Κατακόκκινη γίνε
Σ' αγαπάω ακόμα

Να κοιτάς και να θέλεις
Μη φοβάσει να χάνεις
Στη χαρά ν'ανατέλεις
Ζωντανή μην πεθάνεις

Κι αν ο φόβος μας δένει
Να μη μείνουμε μόνοι
Πάλι ο φόβος μας στέλνει
Μακριά απ' ό,τι ενώνει



Αφιερωμένα στα όμορφα πρωινά αυτού του καλοκαιριού
www.stixoi.info
http://members.tripod.com/kxt/
Νικόλας Άσιμος
Music.gr

Wednesday, July 4, 2007



Αρετή Γκιωνάκη: Πεζογραφία

Σι Ελάσσονα

Το τραγούδι.
Άναψε ένα τσιγάρο. Έκανε όσο μπορούσε πιο σιγά, να μη τη ξυπνήσει.
Δεν είχε χαράξει ακόμα. Γύρισε, τη κοίταξε. Γαλήνια και απονήρευτη, συνέχιζε τα όνειρά της. Χαμογέλασε στη σκέψη του αγγίγματός της.
Σηκώθηκε και πήγε κοντά στο παράθυρο. Ανασήκωσε την κουρτίνα και κοίταξε τον έρημο δρόμο.
Το τραγούδι ήχησε μέσα του. Μέρες τώρα, έχανε τον ρυθμό εκεί, στη δεύτερη στροφή.
Του ξέφευγε η μελωδία, κάτι σαν σκισμένο χαρτί που προσπαθείς να το κολλήσεις με ταινία.
Γύρισε και την κοίταξε ξανά.
Οι γραμμές της λείες, γυαλιστερές, σαν ο χρόνος να μη την είχε αγγίξει, διαγράφονταν στο φως της νύχτας.
Πόσο ήθελε να την χαϊδέψει!
Η σκέψη του πέταξε πάλι σαν πουλί. Η συναυλία, Το φράκο το γυαλιστερό από το πέρασμα του χρόνου, τ’ άσπρα γάντια, το παπιγιόν. Όλα μια μουσική. Όλα μια βροχή.
Βροχή στο μυαλό. Προπάντων εκεί. Να πέφτει προκλητικά, να ξεπλένει, να παρασέρνει.
Μια ενθύμηση απ’ τα περασμένα χρόνια.
Ο Νίκος. Συμμαθητές στα δεκάξι.
Το τσιγάρο τέλειωσε. Άναψε άλλο.
Γύρισε, την κοίταξε. Δεν ήθελε να την ξυπνήσει. Την περίμενε κουραστική μέρα. Έπρεπε να είναι ήρεμη να αποδώσει καλύτερα.
Κι αυτό το τσιγάρο ολοκλήρωσε τον ρόλο του.
Αναστέναξε βαθιά. Ξαναγύρισε στο κρεβάτι του.
Ένιωσε να ιδρώνει κι ας ήταν προχωρημένος Νοέμβρης.
Ξάπλωσε όσο πιο ήσυχα μπορούσε.
Να μη τη ξυπνήσει. Μόνο να μη τη ξυπνήσει.
Έκλεισε τα μάτια. Η σκέψη του Νίκου ξαναγύρισε.
Η βροχή σκουριάζει τα πάντα.
Όταν βρέχει ώρες, μέρες, μήνες, όλα χάνουν το χρώμα τους, γίνονται θαμπά, γίνονται αόρατα.
Η βροχή παρασέρνει. Η μουσική δένει απόλυτα με τον ήχο της βροχής.
Μια σι ελάσσονα στης νιότης το πανηγύρι.
Ο πρώτος έρωτας. Στο γυμνάσιο αρρένων. Η απειρία οδηγεί.
Τα θέλω ανατρέπονται. Οι αισθήσεις δοκιμάζονται. Το ανήθικο κυρίαρχος του ηθικού.
Όλα παίρνουν το δρόμο τους. Το πρώτο σκάλωμα, στη σι ελάσσονα.
Ο Νίκος με κοντό παντελόνι στο γυμνάσιο.
Ο Κώστας με τζιν στο πανεπιστήμιο.
Ο Λάμπρος με στολή αγγαρείας στο στρατό.
Όλα μια σι ελάσσονα σε μικρές παραλλαγές.
Η ματιά του έπεσε πάνω της. Ασάλευτη στην απόλυτη ηρεμία της νύχτας, ολόκληρη μια νότα σι ελάσσονα.
Οι γραμμές της, ax, οι γραμμές της. Πόσο τον είχαν γοητεύσει χρόνια πριν.
Η συναυλία αύριο και μετά θα φύγει. Θα φύγει, θα την πάρει μαζί του.
Να ξεκουραστούν, να ηρεμήσουν, να βρει η σι ελάσσονα τον ρυθμό της.
Ο Νίκος! Τι τυραννία απόψε η μορφή του.
Στη σοφίτα με το σπασμένο παντζούρι, τις στοίβες των βιβλίων, τα σκονισμένα κιβώτια με όλα τα πράγματα της γιαγιάς.
Η πρώτη φορά είναι δύσκολη. Ποτέ δε ξεχνιέται.
Κι εκείνη εκεί.
Πάντα παρούσα, με τις καμπύλες της να του θολώνει τη σκέψη, να του ανεβάζει τους παλμούς, να τον κάνει να χάνει τη σι ελάσσονα.
Πάντα στην αγκαλιά του, να ανταποκρίνεται με περίσσια ηδονή στο τρυφερό άγγιγμά του.
Η βροχή στο μυαλό η σκουριά στη ψυχή. Θέλει να αφεθεί.
Εξήντα χρόνια στοιβαγμένα σε μια σκουριασμένη ψυχή.
Το κονσέρτο στο Κάρνεγκυ Χολ, γεγονός σημαντικό.
Σκηνές από το ίδιο έργο. Εκείνη αστραφτερή, ελκυστική, να λάμπει ολόκληρη κάτω από το φως των πολυελαίων.
Εκείνος ψηλός, σοβαρός, ντυμένος το παλιό του γυαλιστερό φράκο, τ’ άσπρα γάντια, το παπιγιόν.
Σαν τη παίρνει αγκαλιά, νοιώθει την ανατριχίλα της.
Θέλει απόψε να την χαϊδέψει λίγο παραπάνω. Θέλει να την κάνει να σκιρτήσει στο τρυφερό άγγιγμά του. Θέλει να την κάνει να αφήσει κραυγές ηδονής, ανάκατες με τον ήχο της βροχής.
Τι όμορφη που είναι, κι είναι μόνο δική του!
Η μουσική, η σι ελάσσονα.
Ο κόσμος παραληρεί. Χειροκροτεί με πάθος.
Ο μαέστρος με υποκλίσεις δίνει το στίγμα.
Η σι ελάσσονα παραμένει σταθερά φάλτσα.
Ο Νίκος, ο Κώστας, ο Λάμπρος.
Θεατές παλιοί, ηθοποιοί, κομπάρσοι.
Η βροχή ξεπλένει, παρασέρνει, φέρνει σκουριά στη ψυχή.
Εκείνη αστραφτερή πάντα, αφημένη στα λάγνα χάδια του, ερωτευμένη μαζί του ακόμα.
Εκείνος μικρό αγόρι με κοντά παντελόνια στη σοφίτα, με το σπασμένο παντζούρι, παρέα με το Νίκο.
Μοναξιά! Μούχλα! Τα παλιά όνειρα μυρίζουν μοναξιά, μυρίζουν μούχλα. Μετά τη συναυλία θα εγκαταλείψει οριστικά!
Θα πάρει την αγαπημένη του και θα φύγουν.
Προς άγνωστο προορισμό, να νιώσουν πως χάνονται μέσα στο πλήθος.
Με μάτια θλιμμένα, κίτρινα σαν ξερόφυλλα. Θα φύγουν μαζί!
Αυτό το όργανο, ολόκληρη η ζωή του. Η πόρνη του, η γυναίκα του, ο Νίκος, ο Κώστας, ο Λάμπρος, όλοι και όλα.
Απόψε μετά τη συναυλία θα φύγουν.
Το κοντραμπάσο του κι αυτός, μοναχικοί ταξιδιώτες, με μουσική να χάνει στη σι ελάσσονα, και με βροχή που θα ξεπλένει γύρω της τα πάντα.

Πένθιμη μουσική
Αναταράζει
Την εντός μου μοναξιά

Copyright©Αρετή Γκιωνάκη

http://www.gcast.com/go/gcastplayer?xmlurl=http://www

Ο έρωτας

Το αρχιπέλαγος

Κι η πρώρα των αφρών του

Κι οι γλάροι των ονείρων του

Στο πιο ψηλό κατάρτι του ο ναύτης ανεμίζει

Ένα τραγούδι

Ο έρωτας

Το τραγούδι του

Κι οι ορίζοντες του ταξιδιού του

Κι η ηχώ της νοσταλγίας του

Στον πιο βρεμένο βράχο της η αρραβωνιαστικιά προσμένει

Ένα καράβι

Ο έρωτας

Το καράβι του

Κι η αμεριμνησία των μελτεμιών του

Κι ο φλόκος της ελπίδας του

Στον πιο ελαφρό κυματισμό του ένα νησί λικνίζει

Τον ερχομό.

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ,

ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ, ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ

------------------------------------------------------------------------------------------------

Eκεί που τελειώνουν τα όνειρα, εκεί αρχίζει η ζωή μας...

...ά πόσο ανυποψίαστα ζήσαμε...

...κι αυτός ποιός είναι που έρχεται πίσω μας, κι αυτός ο άλλος ποιός είναι που ακολουθούμε...

Σελίδες Yπνου

Tάσσος Λειβαδίτης

Tuesday, July 3, 2007


ΝΙΚΟΣ ΔΑΝΙΗΛ
ΦΩΤΟΧΥΣΙΑ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΔΜΩΝ









ΕΡΩΤΙΚΟ

...Ήταν κι ο έρωτας κυνηγημένος
κι έψαχνε να κρυφτεί σε πρόθυμες ψυχές
που θα ύψωναν το ανάστημά τους
στις πομπές των σκυφτών υπάρξεων...

Blog Archive

ΑΝΙΧΝΕΥΟΝΤΑΣ ΤΟ ΑΝ-ΟΙΚΕΙΟΝ

  • ΠΟΙΗΣΗ - ΑΡΕΤΗ ΓΚΙΩΝΑΚΗ
Powered By Blogger