Le Cerisier (traduction de Jacques Bouchard) | | |
Et pendant qu'à chaque pression de sa région pubienne C'est alors seulement que ses genoux fléchirent [Ce jour d�'ui tant demain qu'hier, Athènes, 1984] |
ΣΕΛΙΔΕΣ
About Me

- ΙΔΕΟΠΝΟΟΝ
- ΠΕΤΡΟΥΠΟΛΗ, ΑΘΗΝΑ, Greece
- ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ - ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΗ ΟΜΑΔΑ ΙΔΕΟΠΝΟΟΝ
ΠΟΙΗΣΗ

ΚΟΡΑΛΙΑ ΣΤΗΝ ΘΑΛΑΣΣΟΤΑΡΑΧΗ
My Blog List
Η ΨΥΧΗ ΓΥΡΕΥΕΙ ΤΟ ΑΝΥΠΕΡΒΛΗΤΟ


Sunday, June 17, 2007
Andreas Embiricos
Nίκος Καρούζoς
(άτιτλο)
προέρχομαι από βάναυσο πράσινο κι από οδυνηρό γαλάζιο
τρώγοντας τα νύχια μου
σημάδι φαντασίας
κάποτε με κομψότητα
συχνά ματώνοντάς τα
βυθίζομαι στον ύπνο ωσάν αναπεσόντας με ιώδη άμφια
δυo συλλαβές ακόμη και θα κλατάρω
σε νοερά μου έντομα παρέτυχα με άσπρο ανεμιστηράκι
φωνητικός ο Αύγουστος που φτύνει λέξεις απ' το μεσημέρι
πάχος της ύλης μεταφυσικά φαινόμενα η τεττιγολαγνεία
είμαι και οίμαι αδιάκοπα ο απάτορας σκύμνος
με δέκατα διασχίζοντας το απειροστικό θερμόμετρο
λήξη της λέξεως η γλώσσα καλαμπούρι και βαθύ λουλάκι
να μπουγαδιάσω εκατό σελίδες σήμερα και ν' ανασάνω
φεύγοντας κανένας
ο θάνατος που μ' έχει ξεθεώσει κανένας
φυλλοροεί το τελικό σίγμα
δέος
εκών άκων απέρχομαι
Corona
Από το χέρι μου τρώει το φθινόπωρο το φύλλο του:
είμαστε φίλοι.
Ξεφλουδίζουμε το χρόνο απ' τα καρύδια και του μαθαίνουμε να περπατά:
ο χρόνος γυρίζει πίσω στη φλούδα.
Στον καθρέφτη είναι Κυριακή,
στο όνειρο ο ύπνος,
το στόμα μιλά την αλήθεια.
Το μάτι κατηφορίζει προς το φύλο της αγαπημένης:
κοιταζόμαστε,
μιλάμε για πράγματα σκοτεινά,
αγαπιόμαστε σαν μήκων και μνήμη,
κοιμόμαστε σαν το κρασί μες στα κοχύλια,
σαν τη θάλασσα στη ματωμένη λάμψη του φεγγαριού.
Στεκόμαστε αγκαλιασμένοι στο παράθυρο, μας κοιτούν
από το δρόμο:
είναι καιρός πια να μάθουν!
Είναι καιρός να μάθει η πέτρα να ανθεί,
η ανησυχία να χτυπά την καρδιά.
Είναι καιρός να είναι καιρός.
Είναι καιρός.
Από τη συλλογή «Μήκων και μνήμη», μτφρ.: Ιωάννα Αβραμίδου, Εκδόσεις Νεφέλη 2007
ΘΕΟΣ ΓΟΡΓΟΦΤΕΡΟΣ
ΤΟ ΑΙΩΝΟΒΙΟ ΛΟΥΛΟΥΔΙ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ
Στα μάτια σου
διασχίζει
τη νύχτα της καρδιάς μου
και τη λαβώνει
σαν το κοφτερό λεπίδι της φωτιάς
Εκεί γεννιέται ο έρωτας
απόδημος θεός
αεικίνητος, αειθαλής
που στο σώμα μας
προστάζει τον πόθο
Στα μάτια σου
γέρνει ο ήλιος κι ανασταίνεται
ένα δισκοπότηρο χρυσό
που μας κερνά την ηδονή
Σώμα αρχαίο, διάφανο
που λάμπει
στο γοργόφτερο ποτάμι του χρόνου
και κατακλύζει
την κοίτη των ματιών μου
Αχτίδα κατάφωτη κι ελπιδοφόρα
στη νύχτα της ζωής μου.
Blog Archive
ΑΝΙΧΝΕΥΟΝΤΑΣ ΤΟ ΑΝ-ΟΙΚΕΙΟΝ
- ΠΟΙΗΣΗ - ΑΡΕΤΗ ΓΚΙΩΝΑΚΗ